Γράφει ο Στέργιος Πουρνάρας,
φιλολόγος - μουσικός
Πρόεδρος
Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών ΠΕ Γρεβενών
Πριν
όμως τα δούμε όλα αυτά, κρίνουμε σκόπιμο να αναφερθούμε πολύ σύντομα στην
τρισχιλιετή ιστορία και στην ελληνικότητα του Πόντου. Αν θέλει κάποιος περισσότερη
και έγκυρη ενημέρωση γι’ αυτό, μπορεί να καταφύγει στη βιβλιογραφία που
παραθέτουμε και κυρίως στο βιβλίο της Γ’ Λυκείου Θεωρητικής Κατεύθυνσης «Θέματα
Νεοελληνικής Ιστορίας» σελ. 223-270 που προσεγγίζει τα γεγονότα τεκμηριωμένα
και αντικειμενικά.
Ο Πόντος ως γεωγραφική
ενότητα περιελάμβανε, κατά την αρχαιότητα, τα παράλια του Εύξεινου Πόντου από
την Ηράκλεια την ποντική δυτικά, μέχρι τον ποταμό Φάσι ανατολικά. Είχε βάθος
300 χιλιομέτρων εσωτερικά προς νότο μέχρι το όρος Αντίταυρο και την Καππαδοκία.
Η πρώτη επίσκεψη των Ελλήνων μαρτυρείται από τη μυθολογία με την Αργοναυτική
εκστρατεία για την απόκτηση πολύτιμων μετάλλων (χρυσού, αργύρου, χαλκού), αλλά η μεγάλη ανάπτυξή του ξεκίνησε με τον
δεύτερο αποικισμό τον 8ο αιώνα π. Χ. , με την ίδρυση των πρώτων
αποικιών που σε μικρό χρονικό διάστημα έφτασαν τις εβδομήντα πέντε. Πρώτη και
σημαντικότερη ήταν η Σινώπη, αποικία της Μιλήτου, η οποία αργότερα ίδρυσε την
Τραπεζούντα, την Κρώμνα, την Κύτωρο κ. α. Σε όλη την αρχαιότητα υπήρχαν πολύ
στενές σχέσεις και ενότητα μεταξύ των Ελλήνων του Πόντου και των μητροπόλεων
και αναπτύχτηκαν πάρα πολύ οι οικονομικές σχέσεις και το εμπόριο και με την ευρύτερη περιοχή. Να σημειωθεί ότι ο ίδιος ο
Περικλής επισκέφτηκε την περιοχή της Κριμαίας το 453 π. Χ. που αποτελούσε τον σιτοβολώνα της Αθήνας (τι
επίκαιρη σύμπτωση!) και εξασφάλισε την ομαλή διακίνηση των προϊόντων από και
προς τον Εύξεινο Πόντο.
Η οικονομική, κοινωνική
και πολιτισμική ανάπτυξη συνεχίστηκε και γνώρισε μεγάλη ακμή στα ελληνιστικά
χρόνια στη βασιλεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά και αργότερα τον 2ο π. Χ.
αιώνα που ιδρύθηκε το Βασίλειο του Πόντου από τη δυναστεία των Μιθριδατών με
κέντρο την Τραπεζούντα, όταν και
καθιερώθηκε η ελληνική γλώσσα και ένας θρησκευτικό συγκρητισμός με ελληνικές
και ανατολικές θεότητες. Οι Ρωμαίοι το 63 π. Χ. κατέλαβαν την Τραπεζούντα με
τον ύπατο Πομπήιο, αλλά παραχώρησαν ανεξαρτησία και αυτονομία και συνεχίστηκε η
πολιτική, οικονομική και εμπορική ακμή της μιθριδατικής περιόδου. Στη δεύτερη
περίοδο της Ρωμαιοκρατίας επί Διοκλητιανού και Μεγάλου Κωνσταντίνου σταμάτησε η
αυτονομία και η αυτοδιοίκηση και άρχισε μια κρίσιμη εποχή για τον Πόντο.
Οι απόστολοι Ανδρέας και
Πέτρος διέδωσαν τον χριστιανισμό με πρώτο σταθμό την Αμισό και παρά τις
αντιδράσεις και τους διωγμούς από τους οπαδούς άλλων θρησκειών και τους
Ρωμαίους αυτοκράτορες, τελικά επικράτησε, χάρη στον αγώνα των πνευματικών
πατέρων του Πόντου που οι πιο πολλοί υπήρξαν και μάρτυρες (Ευγένιος,
Ουαλεριανός, Ακύλας κ. ά.). Στα χρόνια
της βυζαντινής αυτοκρατορίας ιδρύθηκε η «Επισκοπή Τραπεζούντας» και εδραιώθηκε
ο χριστιανισμός με την ίδρυση ναών και μοναστηριών, με κύρια του Αγίου Ιωάννου
του Βαζελώνος, της Παναγίας Σουμελά και του Αγίου Γεωργίου του Περιστερεώτα.
Στην ύστερη φάση της βυζαντινής αυτοκρατορίας, όπως μαρτυρείται από τα πολλά
ακριτικά τραγούδια που σώζονται, ο Πόντος και η Καππαδοκία επωμίσθηκαν ως
Ακρίτες τη φύλαξη των συνόρων. Από τον 11ο αιώνα που εμφανίστηκαν
στη Μικρά Ασία οι Σελτζούκοι Τούρκοι, άρχισαν τα προβλήματα στη βυζαντινή
αυτοκρατορία και οι Πόντιοι ανεξαρτητοποιήθηκαν και τους αντιμετώπισαν μόνοι
τους.
Πολύ μεγάλη ακμή γνώρισε
το κράτος των Μεγάλων Κομνηνών της Τραπεζούντας από 1204 μέχρι το 1461 το οποίο
ανέκοψε προσωρινά την επέλαση των Τούρκων, ανέπτυξε το εμπόριο, τα γράμματα και
τις τέχνες με αποτέλεσμα τη σημαντική πολιτισμική ακτινοβολία της. Η
Τραπεζούντα αναδείχτηκε σε μεγάλο πνευματικό κέντρο με ονομαστούς δασκάλους
στις θετικές αλλά και στις ανθρωπιστικές επιστήμες (Βησσαρίων, Γεώργιος Τραπεζούντιος,
Πτωχοπρόδρομος) οι οποίοι μετά την υποδούλωση μεταλαμπάδευσαν τη γνώση στη Δύση
και έγιναν οι πρόδρομοι του ευρωπαϊκού Ανθρωπισμού.
Η οθωμανοκρατία ήταν
πολύ οδυνηρή για τους Έλληνες του Πόντου, γιατί ξεκίνησαν εξαρχής οι διωγμοί,
οι εξισλαμισμοί και η μετατροπή των εκκλησιών σε τζαμιά. Έτσι αρκετοί
μετοίκησαν στα παράλια της νότιας Ρωσίας και άλλοι κατέφυγαν στα ορεινά και
άρχισαν τον κλεφτοπόλεμο. Αξιοσημείωτο είναι το φαινόμενο των Νεομαρτύρων οι
οποίοι θυσιάστηκαν για την πίστη τους
και των κρυπτοχριστιανών που διατήρησαν κρυφά την πίστη τους με την
ανοχή και των μοναστηριών. Αυτοί - περίπου 43000 το 1914 - δυστυχώς δεν μπόρεσαν να έρθουν στην Ελλάδα
με την ανταλλαγή και πολλοί εκτελέστηκαν ως αρνισίθρησκοι και άλλοι ζουν ακόμη
στα πάτρια εδάφη.
Η τελευταία αναλαμπή του
Πόντου ξεκίνησε από τον 18ο αιώνα και κορυφώθηκε τον 19ο
και στις αρχές του 20ου με τα προνόμια Χάτι Χαρίφ (1839) και Χάτι
Χουμαγιούν (1856). Με κέντρο και πάλι την Τραπεζούντα ο ποντιακός ελληνισμός,
αφού εγκατέλειψε τα κρησφύγετά του πήρε το εμπόριο στα χέρια του, έχτισε
καινούργιες εκκλησιές και ξαναβρήκε την παλιά του δόξα. Αξιοποιώντας την
γεωργική οικονομία, την υλοτομία, τη βιοτεχνία, τα πλούσια μεταλλευτικά
κοιτάσματα και το εμπόριο γνώρισε μεγάλη οικονομική και πνευματική άνθιση. Περίφημα
είναι τα πολλά εκπαιδευτικά ιδρύματα στις πιο μεγάλες πόλεις του Πόντου με
κορυφαίο το Φροντιστήριο Τραπεζούντας. Όλα αυτά οι Τούρκοι δεν τα είδαν με καλό
μάτι και όταν ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος άρχισαν τους πρώτους διωγμούς, οι
οποίοι μετατράπηκαν σε γενοκτονίες εναντίον των Ποντίων και των Αρμενίων.
Οι Πόντιοι, όταν
διαπίστωσαν ότι οι Νεότουρκοι αποσκοπούσαν στον αφανισμό τους, με τη βοήθεια
των απόδημων πατριωτών τους (Κ. Κωνσταντινίδη από τη Μασσαλία, Β. Ιωαννίδη και
Θ. Θεοφυλάκτου από το Βατούμ και πολλών άλλων) και με τη συνδρομή των Ρώσων το
1916, προσπάθησαν να αυτονομηθούν με ηγέτη τον συνετό μητροπολίτη Τραπεζούντας
Χρύσανθο του οποίου η δίχρονη διακυβέρνηση ήταν ένα διάλειμμα δημοκρατίας και
αρμονικής συμβίωσης χριστιανών και μουσουλμάνων. Όμως η επικράτηση των
Μποσλεβίκων στη Ρωσία είχε ως αποτέλεσμα τη αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων
από τον Πόντο και μαζί με αυτά και πολλών Ποντίων από τον φόβο αντιποίνων από
τους Νεότουρκους που ανακατέλαβαν την περιοχή. Οι Πόντιοι της Διασποράς τότε με
επικεφαλής τον Κ. Κωνσταντινίδη αγωνίστηκαν για τη δημιουργία ανεξάρτητου
ποντιακού κράτους και ξεκίνησαν ένα εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Η συγκυρία όμως
δεν ήταν με το μέρος τους και η πρότασή τους προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο δεν
βρήκε ανταπόκριση, γιατί οι σύμμαχοι την θεωρούσαν ανέφικτη και γι’ αυτό τους πρότεινε την ίδρυση της
Ποντοαρμενικής Δημοκρατίας. Η απογοήτευση των Ποντίων ήταν πολύ μεγάλη και οι
Πόντιοι της Ρωσίας κυρίως αντέδρασαν με διαβήματα και τηλεγραφήματα, χωρίς όμως
κανένα αποτέλεσμα.
Η προσπάθεια που έγινε
από το μητροπολίτη Χρύσανθο ο οποίος επισκέφτηκε το Εριβάν και συζήτησε για τη
δημιουργία Ποντοαρμενικής ομοσπονδίας στην οποία θα συμμετείχαν και οι
μουσουλμάνοι της περιοχής, δεν
υλοποιήθηκε λόγω αμοιβαίας καχυποψίας. Η πρόταση του Μητροπολίτη Αμασείας
Γερμανού Καραβαγγέλη προς την κυβέρνηση Γούναρη για συνεργασία με τους Κούρδους δεν εισακούστηκε,
καθώς οι μεγάλες Δυνάμεις είχαν απομονώσει διπλωματικά την Ελλάδα. Εξάλλου οι
πολιτικές εξελίξεις έτρεχαν, ο Κεμάλ συμμάχησε και με τους Ρώσους και με τους
Ευρωπαίους το 1921 και απέκτησε περισσότερη δύναμη, με αποτέλεσμα να κερδίσει
τον πόλεμο.
Έτσι, οι Πόντιοι έμειναν
μόνοι και αβοήθητοι και ακολούθησαν την τραγική μοίρα του μικρασιατικού
Ελληνισμού. Από τους 697000 Έλληνες που ζούσαν το 1913 στον Πόντο μέχρι το 1923
είχαν θανατωθεί από τους Νεότουρκους οι 353000, οι μισοί περίπου. Οι υπόλοιποι,
με την ανταλλαγή που ψηφίστηκε με τη συνθήκη της Λωζάννης το 1924, πήραν τον
δρόμο της προσφυγιάς. Εκτός από την Ελλάδα ένας μεγάλος αριθμός Ποντίων περίπου
750000 κατέφυγαν στη Ρωσία και ζουν μέχρι σήμερα σε διάφορα κράτη διατηρώντας
τη γλώσσα, τη θρησκεία και τα πατροπαράδοτα ήθη. Αρκετοί από αυτούς προς το
τέλος του 20ου αιώνα επέλεξαν να επιστρέψουν στη Ελλάδα και να
ενσωματωθούν στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Άλλοι πάλι προτίμησαν τότε τον
δρόμο της Διασποράς προς την Ευρώπη, την Αμερική και την Περσία.
Ένας μεγάλος αριθμός
Ποντίων ήρθε και στα Γρεβενά, από την Αργυρούπολη
(Ακ Νταγ Ματέν) και την Τραπεζούντα κυρίως και λίγοι από την Καππαδοκία.
Εγκαταστάθηκαν σε 34 χωριά της ΠΕ Γρεβενών και στην πόλη των Γρεβενών. Παρά τις
αντιδράσεις των ντόπιων ενσωματώθηκαν πολύ γρήγορα και αποτελούν πλέον ένα
υγιές και ενεργό κομμάτι της γρεβενιώτικης κοινωνίας συμμετέχοντας δυναμικά
στην πολιτική, την οικονομία και τον πολιτισμό. Πιο πολλά θα μάθετε γι’ αυτό το
θέμα από άρθρο που θα δημοσιευτεί στο περιοδικό ΣΤΕΓΗ το οποίο θα εκδώσει ο
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΩΝ ΠΕ ΓΡΕΒΕΝΩΝ τον Δεκέμβριο και θα περιέχει
αφιέρωμα στα 100 από τη μικρασιατική καταστροφή.
Πηγές:
· ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ, Β’ ΤΕΥΧΟΣ Γ’ ΛΥΚΕΙΟΥ, δέσμη γ’, δέσμη δ’, Γ. Κοντογεώργη - Φ. Βώρου, ΟΕΔΒ 1984 ΑΘΗΝΑ, σελ. 217-224
· ΙΣΤΟΡΙΑ ΝΕΟΤΕΡΗ – ΣΥΓΧΡΟΝΗ, ΕΛΛΗΝΙΚΗ – ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ, Γ’ Γυμνασίου Βασίλης Κρεμμμυδάς, 1990 ΑΘΗΝΑ, σελ. 309-314
· Ιστορία νεότερη και σύγχρονη, τεύχος Γ’, Γ΄ Λυκείου, Β. Σκουλάτου – Ν. Δημακόπουλου – Σ. Κόνδη, ΟΕΔΒ 1993 ΑΘΗΝΑ, σελ. 98-101
· Ιστορία του νεότερου και του σύγχρονου κόσμου (1815 – έως σήμερα), Γ’ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ, ΝΙΚΗ ΕΚΔΟΤΙΚΗ Α.Ε. ΑΘΗΝΑ 2021 Σελ.. 75 – 93
· Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας, Γ’ ΛΥΚΕΙΟΥ, Θεωρητική Κατεύθυνση, ARIAGRAF & ΣΙΑ Ε.Ε. 2012, ΑΘΗΝΑ, σελ. 137 -169
· ΕΤΣΙ ΧΑΣΑΜΕ ΤΗ ΜΙΚΡΑΣΙΑ, ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ, ΦΑΝΗ Ν. ΚΛΕΑΝΘΗ, ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ «ΕΣΤΙΑΣ» Ι. Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑ Α.Ε., ΑΘΗΝΑ, 1983
· ΙΕΕ, ΝΕΩΤΕΡΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΑΠΟ ΤΟ 1913 ΩΣ ΤΟ 1941, ΤΟΜΟΣ ΙΕ’, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ Α.Ε., ΒΡΑΒΕΙΟ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ 1980, σελ. 8 – 270
· ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ