Ο όρος «Φιλοσοφία», με πολύ απλά λόγια, σημαίνει διείσδυση στην πραγματικότητα μέσα από μια ευρεία και σφαιρική ματιά. Βασικό στοιχείο που χαρακτηρίζει ένα φιλόσοφο είναι η συνθετική του ικανότητα.
Ευθύμιος Τζατζάς, συνταξιούχος φιλόλογος
Ο Ευάγγελος Παπανούτσος, στο βιβλίο του «Πρακτική Φιλοσοφία» αναφέρει στην αρχή ένα απόσπασμα από τη φιλοσοφία του Κομφούκιου:
«Με τη δύναμη της βούλησης ο άνθρωπος αλλάζει τον εαυτό του.
Με τη δύναμη της αγάπης ο άνθρωπος αλλάζει τους άλλους.
Με τη δύναμη της σκέψης ο άνθρωπος αλλάζει τον κόσμο»
Στη συνέχεια προσεγγίζει θέματα «Βιοσοφίας», όπως η μάθηση και η ψυχαγωγία, και έπειτα κάνει μια εμπεριστατωμένη διάκριση ανάμεσα στην επιθυμία και τον έρωτα, για να ασχοληθεί κατόπιν με το θέμα «Γάμος και τεκνογονία». Απόσπασμα αυτής της τοποθέτησης παρατίθεται παρακάτω:
Έχω την εντύπωση ότι στους χρόνους της δικής μας γενεάς ο θεσμός του γάμου άρχισε να εξελίσσεται προς μορφές υγιέστερες και εντιμότερες από άλλοτε. Τούτο, κατά τη γνώμη μου, οφείλεται σε δύο λόγους. Πρώτα η συναναστροφή, η προσέγγιση των δύο φύλων έγινε με τη μεταβολή των ηθών πιο εύκολη σήμερα, και αυτή η ελευθερία στις σχέσεις δίνει όχι μόνο την ευκαιρία στα δύο φύλα να γνωρίσουν το ένα το άλλο καλύτερα, αλλά και τη δυνατότητα να καταλυθούν, με λιγότερο επώδυνο και κοινωνικά επιζήμιο τρόπο, ορισμένα ταμπού που έκαναν άλλοτε υποκριτική, βασανιστική την ερωτική ζωή των νέων. Έπειτα, τείνει να γενικευτεί η εκπαίδευση και η επαγγελματική απασχόληση των γυναικών, με αποτέλεσμα την πνευματική και οικονομική τους απελευθέρωση από την πατρική οικογένεια. Η «προίκα» (κατάλοιπο από την περίοδο της «δουλείας» του αδύνατου φύλου στο ισχυρό), όπου δεν έχει καταργηθεί και ως έννοια, μεταμορφώνεται : το κορίτσι έχει την «προίκα» στην αξιοσύνη, στο μυαλό, στην επαγγελματική της απόδοση. ‘Ετσι, οι νέοι εθίζονται σήμερα από τις νέες συνθήκες της κοινωνικής ζωής να πηγαίνουν προς το γάμο με άλλες προθέσεις· ούτε τυφλοί είναι από την επιθυμία ούτε πιέζονται από την οικονομική στενοχώρια να μπαίνουν με εμπορικές συμφωνίες στο ζυγό του γάμου. Μπορούν με περισσότερη νηφαλιότητα να διαλέξουν το σύντροφο της ζωής τους και να παίρνουν με γενναιότητα τη δική τους απόφαση, χωρίς να περιμένουν την εκλογή ή την έγκριση των γονέων. Βέβαια, όπως κάθε σημαντική αλλαγή, έτσι και αυτή γίνεται με μεγάλη αναταραχή στο κοινωνικό σώμα και με πολλά στην αρχή λάθη. Τώρα που έπεσαν τα δεσμά, η πρώτη αντίδραση των νέων είναι να πηγαίνουν πιο εύκολα και πιο γρήγορα από άλλοτε στο γάμο· αλλά και προς το διαζύγιο … Όταν όμως περάσει το πρώτο κύμα, μπορούμε - νομίζω – να ελπίζομε ότι θα προχωρήσομε σε μορφές γάμου πιο ειλικρινείς και τίμιες από εκείνες που γνωρίσαμε εμείς οι παλαιότεροι. Θα σταματήσει επιτέλους η υποκρισία που είναι ίσως ανεκτή για λόγους κοινωνικής ευσχημοσύνης παντού αλλού, όχι όμως και στο άδυτο της οικογένειας. Πιστεύω ότι πρέπει να χαιρετήσομε, ακόμη και να ενθαρρύνομε αυτή την εξέλιξη. Με τον καιρό θα έρθει το καταστάλαγμα· όπως συμβαίνει σε κάθε καινοτομία, θα γίνουν αντιληπτά τα λάθη, και οι νέοι θα αναγνωρίσουν ότι θεμέλιο και εγγύηση του γάμου είναι η αμφίπλευρη κατανόηση, εμπιστοσύνη και εκτίμηση των συζύγων.
Αν εχώρισα τα θέματα : επιθυμία – έρωτας – γάμος, το έκαμα όχι μόνο γιατί έπρεπε για λόγους μεθόδου να σπάσομε μιαν αλληλουχία και με τη σειρά να πραγματευθούμε πρώτα το ένα, ύστερα το άλλο και το τρίτο στο τέλος, αλλά γιατί – όπως εξήγησα – ο χωρισμός δικαιολογείται από τα ίδια τα πράγματα. Εκείνος που επιδιώκει την ικανοποίηση της επιθυμίας ( του sex) και απολαβαίνει την ηδονή της, είναι όργανο του «είδους»· λαχταράει, αγωνίζεται, χαίρεται κτλ. σαν πλάσμα φυσικό. Αυτός που συνάπτει τη γαμήλια σχέση και υποτάσσεται στους όρους που θέτει ο θεσμός του γάμου, ενεργεί και πάσχει σαν κοινωνικό ον· ως μέλος του κοινωνικού σώματος καλείται να εκτελέσει σκοπούς της οργανωμένης συλλογικής ζωής. Ο έρωτας είναι μια άλλη, τρίτη υπαρξιακή διάσταση του ανθρώπου· σχέση μεταξύ προσώπων με πνευματικές αξιώσεις, που σ’ αυτή την προσέγγιση επιζητούν την ολοκλήρωση της ύπαρξής τους.
Ο χωρισμός όμως των εννοιών δε σημαίνει ότι είναι αδύνατον οι τρεις καταστάσεις να βρεθούν ενωμένες στη ζωή ενός προσώπου. Κάποτε συμβαίνει τούτο πραγματικά· και τότε έχομε μια θαυμαστή τελειότητα, μια μοναδική στο είδος της ευτυχία, αληθινή ευλογία για τον άνθρωπο. Το γεγονός όμως ότι την ένωση των τριών τη θεωρούμε τελειότητα, ευτυχία και ευλογία, είναι απόδειξη ότι πρόκειται για εξαίρεση και όχι – αλίμονο ! – για κανόνα. Χωρίς τη συμμετοχή της επιθυμίας η ερωτική σχέση δεν είναι πλήρης. Χωρίς την ερωτική έξαρση και ευφροσύνη το συμβόλαιο «γάμος» μπορεί βέβαια να διατηρήσει την κοινωνική σημασία του, αλλά χάνει πολύ από το ηθικό του μέγεθος. Και τα τρία μαζί συνυφασμένα αποτελούν ένα σπάνιο αλλά κορυφαίο, αναντικατάστατο αγαθό.
Όταν συναντώνται ανάγκες φυσικές με κοινωνικές επιταγές και με πνευματικές αξιώσεις, τα πράγματα γίνονται πολύ δύσκολα. Τούτο συμβαίνει στην ένωση των δύο φύλων (τουλάχιστο μέσα στις προχωρημένες στον πολιτισμό κοινωνίες). Η «Φύση» απαιτεί την ικανοποίηση της ορμής στην οποία έχει εμπιστευθεί τη διαιώνιση του είδους. Η «κοινωνία» θέτει υπό έλεγχο την άσκηση αυτού του φυσικού δικαιώματος, για να διατηρήσει την τάξη και τη συνοχή της και για να προστατέψει τον καρπό των γαμήλιων σχέσεων, το παιδί. Ο «άνθρωπος» πάλι δεν είναι μόνο έμβιο ον, μήτε απλή μονάδα μέσα στο κοινωνικό πλήθος· είναι και πρόσωπο που έχει πνευματικές (όπως συνηθίσαμε να τις λέγομε) αξιώσεις. Από τη σύμπλεξη τούτων των τριών δυσκολοταίριαστων όρων (που ο καθένας τους αντιπροσωπεύει μιαν άλλη διάσταση μέσα στο ανθρώπινο είναι) αναπόφευκτα δημιουργούνται ρήξεις και κάποτε τραγωδίες.
Τη λύση, όταν τα προβλήματα έχουν πλέον δημιουργηθεί, θα τη βρει (εάν τη βρει) ο καθένας μόνος. Για την πρόληψή τους όμως (κατά το μέτρο που και αυτή είναι δυνατή) χρήσιμη ίσως θα είναι η ακόλουθη υπόμνηση, με όλο που δίνει την εντύπωση ενός αφόρητου τόπου κοινού:
Δεν είναι όλοι (όλοι οι άντρες, αλλά και όλες οι γυναίκες) από ιδιοσυγκρασία και από της ζωής τους τις συνθήκες καμωμένοι για την πειθαρχία του γάμου. Αφού λοιπόν σήμερα η κοινωνική πίεση απάνω στους άγαμους έχει σχεδόν εκλείψει, η αρετή και το συμφέρον σου υπαγορεύουν να συνάψεις το συμβόλαιο τούτο με μεγάλη περίσκεψη, και μόνο εάν είσαι ώριμος και αποφασισμένος να τηρήσεις τους όρους του. Τα κριτήρια της εκλογής του συντρόφου αναζήτησέ τα στη γνώση της κοινωνικής σκοπιμότητας του θεσμού και στην επίγνωση των ιδιορρυθμιών του χαρακτήρα σου.
Η πείρα έχει διδάξει ότι προϋποθέσεις για να ευδοκιμήσει ο γάμος είναι :
α. Η ελεύθερη και σταθερή θέληση και των δύο συζύγων να ενώσουν τις δυνάμεις και τις ευθύνες τους, για να αποκτήσουν κοινή στέγη, στοργή και απογόνους.
β. Η ειλικρινής διάθεσή τους να συμβιώσουν ως όντα ισότιμα που θα τα δένει η κατανόηση και η εμπιστοσύνη.
γ. Η άγρυπνη προθυμία σε αμοιβαίες παραχωρήσεις, που τα όριά τους θα τα χαράζει όχι ο εγωισμός και η ματαιοδοξία, αλλά η ευγένεια και η καλοσύνη.
Ακολούθησε τα μαθήματα της πείρας.
Του γάμου το έπαθλο είναι το «παιδί». Πριν το διεκδικήσεις, άφησε το δεσμό που ίδρυσες να δοκιμαστεί από το χρόνο, και από τις αναπόφευκτες δυσχέρειες της κοινής ζωής. Γιατί αν ο δεσμός κοπεί, το «παιδί» θα είναι το πρώτο θύμα της κακοτυχίας και της μωρίας των γονέων.
Ευάγγελου Παπανούτσου «Πρακτική Φιλοσοφία»
Εκδόσεις «Δωδώνη» Αθήνα-Γιάννινα 1984, σελ. 106-109
---------------------------------------------------------------------
Τα κορίτσια προσφέρονται στους νέους πιο θαρρετά από άλλοτε. Οι αιτίες ; Πολλές και διάφορες. Ελευθερία της γυναίκας που εργάζεται, της φοιτήτριας. Ευκαιρίες για συναντήσεις : μαθήματα, σπορ, ταξίδια, χωριά για διακοπές. Επιείκεια της κοινής γνώμης και χαλάρωμα της επίβλεψης. Εμπιστοσύνη είτε στα μέσα για την αποφυγή μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης, είτε στη δυνατότητα να μεγαλώνει μόνη της ένα παιδί. Πολλές γυναίκες μπορούν, από τώρα και στο εξής, να συντηρούνται χωρίς τη βοήθεια ενός άντρα. Τις βοηθάει σ’ αυτό το Κράτος. Για όλους αυτούς τους λόγους πολλά κορίτσια επιτρέπουν στον εαυτό τους τις ελευθερίες, που ήταν, άλλοτε, προνόμιο των νέων αντρών.
Δεν κρίνω καθόλου. Τίποτα δεν είναι πιο μάταιο από το να τοποθετηθεί κανείς ενάντια σε ένα ισχυρό ρεύμα. Δεν το σταματάει. Βλέπω, ωστόσο, τους κινδύνους αυτών των πιο ελευθέριων ηθών. Η ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη μου φαίνεται, ταυτόχρονα, σοβαρή και βρόμικη. Η έκτρωση είναι κάτι άσχημο, παρά φύση. Κι έπειτα, σας είναι αδιάφορο, αν το κορίτσι, που θα παντρευτείτε, είχε πριν από σας έναν ή πολλούς εραστές ; Ένας από τους συνομήλικούς σας μου απάντησε : «Όχι μόνο δε θα με στενοχωρούσε αυτό, παρά προτιμώ να πάρω για γυναίκα ένα κορίτσι που έχει πείρα. Η σαρκική συνεννόηση έχει πρωταρχική σπουδαιότητα. Χρειάζεται μεγάλο χρονικό διάστημα για την αποκατάστασή της με μια παρθένα άπραγη». Η στάση αυτή εκπλήττει τους άντρες της ηλικίας μου. Ένα κορίτσι που έχει κάνει πειραματισμούς δε θα μπει στον πειρασμό, μετά το γάμο, να κάνει και άλλους ; Και μπορεί κανείς να διανοηθεί έναν ευτυχισμένο γάμο, όταν τρίτοι ανακατεύονται στην ιδιαίτερη ζωή των ζευγαριών ; Δεν το πιστεύω. Μπορεί να πέφτω έξω. Η γενιά σας βάζει πάνω απ’ όλα την ελευθερία. Είναι πιο ευτυχισμένη από τη δική μας; Θα δούμε.
Ας ξαναγυρίσουμε σ’ εσάς. Παντρεμένος ή ανύπαντρος; Εδώ ο Πανούργος. «Αν γνωρίζετε πως το καλύτερο που είχα να κάνω ήταν να παραμείνω τέτοιος που είμαι, χωρίς να επιχειρήσω καμιάν ανανέωση, θα προτιμούσα να μην παντρευτώ ποτέ. – Μην παντρεύεστε, λοιπόν, ποτέ, απάντησε ο Πανταγκρυέλ. – Καλά, μα, λέει ο Πανούργος, θέλετε να μείνω έτσι μόνος σε όλη μου τη ζωή, χωρίς συζυγική συντροφιά; - Παντρευτείτε, λοιπόν και αφήστε με ήσυχο, απάντησε ο Πανταγκρυέλ». Τι να σας συμβουλέψω; Θα αποφύγω κηρύγματα. Αν ακολουθήσετε τους κανόνες μιας ανθρωπιστικής, μα σταθερής ηθικής, πιστεύω πως αυτή θα σας επιβάλει εντιμότητα και αφοσίωση, ανάλογα, βέβαια, με τα πρόσωπα και τις περιστάσεις. Δε θα έχετε τις ίδιες τύψεις με μια φιλάρεσκη, που την ξέρετε ελαφρή, όπως απέναντι σε ένα κορίτσι για το οποίο είστε το παν. Με λίγα λόγια, νομίζω πως μετά τα πρώτα, αναπόφευχτα, σφάλματα θα αποφασίσετε να παντρευτείτε.
Όχι χωρίς κάποιαν υπεκφυγή, στην αρχή, μπροστά στο εμπόδιο. Γιατί δεν είναι και μικρό. Με το να δεχτεί με καλή πίστη το γάμο, δηλαδή την οικογενειακή εστία, τη μοναδική γυναίκα, ένας άντρας παραιτείται από ένα έξοχο τμήμα της ελευθερίας του. «Η συζυγική πίστη, έγραφε ο Μπέρναρ Σω, δεν είναι πιο φυσική στον άντρα από το κλουβί στον τίγρη». Χωρίς αμφιβολία, μα τίποτα από ό,τι είναι ωραίο δεν είναι φυσικό. Δεν είναι φυσικό να σκοτώνεται κανείς, για να προστατεύει αδύνατους και αθώους. Δεν είναι φυσικό να κάθεται κανείς δώδεκα ώρες κάθε μέρα μπροστά σ΄ένα τραπέζι, για να γράψει ένα βιβλίο. Να πούμε, λοιπόν, πως πρέπει να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να είναι άναντρος, σκληρός, άστατος και τεμπέλης; Κάθε δράση τόσο δα μεγάλη απαιτεί έναν όρκο στον εαυτό μας. Ο όρκος αυτός δύσκολα μπορεί να κρατηθεί, μα, αν δεν ορκιστεί κανείς, δε θα κάνει ποτέ τίποτα. Άμα παρθεί η απόφαση, η ερώτηση δεν είναι πια : «Έχω κάνει καλή εκλογή;», μα «πώς να χτίσω μια ευτυχισμένη ζωή μ΄εκείνη που έχω εκλέξει;». Η Εκκλησία έχει δίκιο να κρίνει πως, αν λείπει αυτή η διπλή πρόθεση την ώρα του μυστηρίου, δεν υπάρχει μυστήριο και δεν υπάρχει γάμος.
Πρέπει να υπάρχει γάμος; Δεν μπορεί κανείς να διανοηθεί μια κοινωνία χωρίς αντρόγυνα, όπου η κοινότητα θα ανάτρεφε τα παιδιά και όπου η σεξουαλική ελευθερία θα ήταν ο κανόνας; Σχεδόν όλη η ιστορία των ανθρώπων αποκρίνεται αρνητικά. Ο γάμος δεν είναι ένας θεσμός ιδιαίτερος σε μια χώρα, σε μια φυλή, σε μια θρησκεία, σε μιαν εποχή. Παρουσιάζεται σαν ένας από τους νόμους εκείνους που είναι μέσα στα ήθη, πριν να είναι στους κώδικες. Η μακρόχρονη παιδική ηλικία των «μικρών ανθρώπων», η αδυναμία τους, η ανάγκη να διδαχτούν σ΄αυτά οι παραδόσεις και οι επιταγές της φυλής, όλα αυτά παρωθούν στο σχηματισμό ζευγαριών με διάρκεια. Ποτέ ο αντιπρόσωπος της κοινότητας ή του Κράτους δε θα έχει την τρυφερότητα της μητέρας, τη στοργική σταθερότητα του πατέρα. Εξάλλου, «ο γάμος είναι ο μόνος δεσμός που μπορεί να συσφίξει ο χρόνος» (Alain). Η επιθυμία τείνει στο να στρέφεται πάνω σε κάθε επιθυμητό αντικείμενο που περνάει. Η διαρκής αξία αυτού του θεσμού: Ο γάμος προέρχεται από το γεγονός πως σε έναν πόθο ζωηρό, μα ουσιαστικά φευγαλέο, γαντζώνει τη διαρκή ένωση, που θα στηρίξει η κοινωνία.
Αυτό το τελευταίο σημείο είναι πρωταρχικό. Εραστές μπορούν να έχουν τη σταθερή πρόθεση να δημιουργήσουν έναν ακλόνητο δεσμό, μα αποτυχαίνουν, γιατί η κοινωνία τους είναι εχθρική. Η Άννα Καρένινα και ο Βρόμσκι αγαπιούνται με καλή πίστη. Επειδή η αγάπη τους δεν ακουμπάει στην κοινωνία, βουλιάζει. Ο Λιστ και η Κυρία Ντ’ Αγκού, άξιοι ο ένας της άλλης, χωρίζουν. Αν το ζευγάρι επιμένει με πείσμα, αυτό δημιουργεί «δεσμώτες του έρωτα». Τίποτα δεν είναι λιγότερο ελεύθερο από τον ελεύθερο έρωτα. Ξέρω πως δε θα μπορέσει κανείς να αναφέρει μερικά ωραία παραδείγματα, μα ή ο δεσμός δε διατηρήθηκε παρά με το τίμημα μιας ζωής θυσιών για τη γυναίκα (Juliette Drouet και Victor Hugo) ή επρόκειτο για έναν άντρα και μια γυναίκα που χάριζαν ο ένας στον άλλο κάθε ασυδοσία. Είναι, τότε, υπερβολικό να μιλούμε για δεσμό ή ακόμα και για έρωτα. Μάλλον, θα έπρεπε κανείς να πει πως μια συντροφιά και μια φιλία έχουν διαδεχτεί τον έρωτα. Μια πετυχημένη συνεννόηση θα γεννηθεί, καμιά φορά, από τέτοιες συμφωνίες. Ας αναγνωρίσουμε πως δεν είναι δυνατή παρά ανάμεσα σε εξαιρετικά όντα. Ούτε ο δονζουανισμός ούτε η συνενοχή αποτελούν λύσεις αποδεχτές από τη μάζα των αντρών και των γυναικών.
Ο γάμος, λοιπόν . Μα ποιος γάμος; Έχουμε μιλήσει για το γάντζωμα της μόνιμης ένωσης στον πόθο. Πρέπει, λοιπόν, στο ξεκίνημα να υπάρχει πόθος. Διαλέξτε μια γυναίκα που σας αρέσει και, προπάντων, που δεν την αντιπαθείτε, και στο σώμα και στο πρόσωπο. Δεν είναι ανάγκη να είναι ωραία στα μάτια όλων, αν ε σ ε ι ς είστε ευαίσθητος στη γοητείας της. Ένας άντρας με γούστο μπορεί μιαν άσχημη γυναίκα, με καλύτερη κόμμωση, με καλύτερο ντύσιμο, να την κάνει κόσμημα. Στα Α π ο μ ν η μ ο ν ε ύ μ α τα δ υ ο π α ν τ ρ ε μ έ ν ω ν ν έ ω ν η Renee de I’ Estorade παντρεύεται έναν άντρα που δεν τον αγαπάει. Τον κάνει έναν άντρα που μπορεί να τον αγαπήσει. Η απόδειξη του Μπαλζάκ δεν είναι πειστική, γιατί η Renee δε θα μπορούσε να πλάσει το σύζυγό της, αν εκείνος δεν είχε μέσα του τα στοιχεία ενός καινούργιου ανθρώπου. Ο γάμος από «υπολογισμό» δεν καταλήγει σε καλό, παρά, αν οι υποσχέσεις για ένα γάμο από έρωτα είναι μέσα του ευδιάκριτες. Αν αυτές λείπουν, ο γάμος από υπολογισμό μπορεί να γίνει ένας γάμος αλόγιστος. Συγκρατήστε στη μνήμη πως οι αρετές της καρδιάς και του πνεύματος, τα κοινά γούστα είναι σπουδαιότερα από ένα γοητευτικό πρόσωπο. Έχουν γράψει πως η ομορφιά είναι μια υπόσχεση ευτυχίας, μα η ομορφιά του σώματος, χωρίς τις αρετές της ψυχής, υπόσχεται περισσότερα από όσα θα τηρήσει.
Δεν πρέπει να φοβούμαστε μήπως στο γάμο ο πόθος φθαρεί με τη μονοτονία; Αν η γυναίκα αποκαλυφτεί πληχτική, ανίκανη για τα παιχνίδια του έρωτα, ίσως, μόλις περάσει η πρώτη επιθυμία, να γεννηθεί ένας καταθλιπτικός κόρος. Απεναντίας, μια τέλεια ηδονή, που βιώνεται και από τους δυο, ταυτόχρονα, δημιουργεί μιαν εξαίρετη συνήθεια. «Οι περισσότεροι άντρες», λέει ο δόκτορας O’ Grady, «είναι μονόγαμοι από προσδιορισμό και συνάρτηση. Θέλω να πω πως, παρά τους θρύλους που έχει διαδώσει μια ερωτική λογοτεχνία, ο κανονικός άντρας, αντί να ποθεί όλες τις γυναίκες, μοιάζει μ’ εκείνα τα σπίρτα που δεν ανάβουν παρά πάνω στο κουτί τους. Ο πόθος συνδέεται γι’ αυτόν με την εικόνα μιας ορισμένης γυναίκας, που, σε πολλές περιπτώσεις, είναι η δική του. Αν παραδεχτούμε πως για ένα σύζυγο, το πρόσωπο, το σώμα, η φωνή της γυναίκας του γίνονται σημάδια που συνδέονται στενότατα με την ιδέα του έρωτα, θα καταλάβουμε εύκολα πως αυτή η γυναίκα ξυπνάει μέσα του συγκινήσεις ζωηρότερες από τη δείνα περαστική, ίσως πιο ωραία, μα που το αγκάλιασμά της δε θα έχει συναρτηθεί με πολλές και διάφορες εμπειρίες. Στο μονόγαμο, η μονογαμία γίνεται φυσική.»
Αντρέ Μωρουά «Ανοιχτό γράμμα σε ένα νέο»
Eκδόσεις «Δίπτυχο», Αθήνα 1972, σελ. 102-109 (μετάφραση: Γ. Α. Βασδέκη)
----------------------------------------------------------------------
Η αλλαγή στις σχέσεις ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά αποτελεί ιδιαίτερο παράδειγμα της γενικής διάδοσης της δημοκρατίας. Οι γονείς έπαψαν πια να είναι σίγουροι για τα δικαιώματά τους πάνω στα παιδιά τους. Τα παιδιά δεν αισθάνονται πια πως οφείλουν να σέβονται τους γονείς τους. Η αρετή της υπομονής, που ήταν αναντίρρητη άλλοτε, έπαψε πια, πολύ δικαιολογημένα, να είναι της μόδας. Η ψυχανάλυση έχει τρομοκρατήσει τους μορφωμένους γονείς σχετικά με τη ζημιά που, χωρίς να το θέλουν, μπορεί να προκαλέσουν στα παιδιά τους. Αν τα φιλούν, μπορεί να τους δημιουργήσουν οιδιπόδειο σύμπλεγμα, αν δεν τα φιλούν μπορεί να τους προκαλέσουν ζήλεια. Αν τα υποχρεώσουν να κάνουν ορισμένα πράγματα, μπορεί να τους προκαλέσουν το αίσθημα ενοχής. Αν δεν τα υποχρεώσουν, τα παιδιά αποκτούν συνήθειες που οι γονείς θεωρούν βλαβερές. Όταν βλέπουν το μωρό τους να βυζαίνει το δάχτυλό του, βγάζουν χίλιων ειδών τρομερά συμπεράσματα, αλλά δεν ξέρουν τι πρέπει να κάνουν για να το σταματήσουν. Η πατρότητα που άλλοτε αποτελούσε μια αδιαφιλονίκητη άσκηση εξουσίας, έχει γίνει τώρα άτολμη, αγχώδης και γεμάτη με αμφιβολίες συνειδήσεως. Οι παλιές απλές χαρές χάθηκαν, και αυτό έγινε ακριβώς τη στιγμή που με τη νέα ελευθερία που απόχτησαν οι άγαμες γυναίκες, η μητέρα πρέπει να κάνει πολύ μεγαλύτερες θυσίες από πριν αποφασίζοντας να αποκτήσει παιδί. Κάτω απ΄ αυτές τις συνθήκες, οι ευσυνείδητες μητέρες δεν εκδηλώνουν τη φυσική τους στοργή και γίνονται δειλές και άτολμες. Οι ασυνείδητες μητέρες ζητούν να βρουν στα παιδιά τους την αποζημίωση για τις χαρές που θα πρέπει να στερηθούν εξαιτίας τους. Στην πρώτη περίπτωση, η στοργή του παιδιού είναι ατροφική, ενώ στη δεύτερη υπερβολική. Σε καμιά περίπτωση δεν υπάρχει αυτή η απλή και φυσική ευτυχία που μπορεί στην καλύτερη μορφή της να προσφέρει η οικογένεια.
Μπέρτραντ Ράσσελ «Η κατάκτηση της ευτυχίας»
Εκδόσεις «Επίκουρος», Αθήνα 1975, σελ. 146-147 (μετάφραση: Δ. Θεοδωρακάτου)
--------------------------------------------------------------------
Ο έρωτας είναι μια δύναμη και μάλιστα μια δύναμη που μεταμορφώνει. Γ’ αυτό είναι και κάτι το πραγματικό· είναι σαν μια πολύ συγκεκριμένη μορφή ενέργειας, που μπορούμε ν’ απελευθερώσουμε από μέσα μας. Όταν ο έρωτας αρχίσει να ενεργεί μέσα μας με μια ξαφνική και ισχυρή ώθηση, είμαστε τις περισσότερες φορές γοητευμένοι και μαγεμένοι κι όμως πολύ πιο κοντά στον εαυτό μας από ποτέ. Ένας άντρας προσπάθησε να μου περιγράψει την εμπειρία αυτή μ’ αυτά τα λόγια :
«Πριν δύο χρόνια συνάντησα μια γυναίκα και το μόνο που πρόσεξα στην αρχή σ’ αυτήν ήταν πως διέφερε από τις άλλες γυναίκες. Δεν ήταν ομορφότερη ούτε πιο εντυπωσιακή ούτε πιο έξυπνη – γνωρίζω πολλές έξυπνες και γοητευτικές γυναίκες – ούτε ήταν και ιδιαίτερα κομψά ντυμένη. Τη γνώρισα σ’ ένα πάρτυ με πολλή φασαρία. Αυτή μπήκε στο δωμάτιο και κάθισε δίπλα μου. Αρχίσαμε να συζητάμε και το μόνο που πρόσεξα ήταν πως ήμουν εντελώς ήρεμος. Τίποτε άλλο εξαιρετικό δεν είχε συμβεί. Συζητούσαμε σαν να συνεχίζαμε μια συζήτηση, που είχαμε κάποτε αρχίσει και διακόψει. Η γυναίκα δεν είχε τίποτε το ιδιαίτερο, το είπα ήδη.
Όταν έμεινα πάλι μόνος σκέφτηκα : τι το διαφορετικό είχε επάνω της; Δεν μπορούσα να το βρω, μέχρι που ξαφνικά κατάλαβα : εγώ ήμουν διαφορετικός. Εντελώς απρόσμενα, ίσως χωρίς να το πολυκαταλάβω, είχα δεχτεί ένα χτύπημα. Η ηρεμία, στην οποία βυθίστηκα, έγινε μεγαλύτερη· μπορούσα ν’ ακούω τον ήχο της. Αυτό ήταν για μένα εντελώς καινούργιο και ταυτόχρονα όμως οικείο. Ξαφνικά, τρεις περίπου βδομάδες από τότε που γνωριστήκαμε, άκουσα τον εαυτό μου να λέει: σ’ αγαπώ. Αυτό με συνετάραξε. Τα λόγια αυτά, που βγήκαν από μέσα μου, μου προξένησαν τρόμο και φρίκη. Κάτι με είχε συνεπάρει και με οδηγούσε έξω από τον εαυτό μου, σε μια άλλη ζωή.
Η γυναίκα αυτή με πλησίασε με την ίδια ηρεμία που ένιωθα κι εγώ. Έμοιαζε σαν να είχαμε βρει κι οι δυο την είσοδο στη ζωή. Δεν υπήρχε καμιά ερώτηση. Ήταν πολύ απλό: Συνομιλούσαμε. Ανοίξαμε ο ένας στον άλλο τη μοναχική, δύσκολη ζωή μας. Απ’ αυτό προέκυψε μια νέα ζωή. Αυτή η ζωή είναι ίσως δυσκολότερη, αλλά όχι πια μοναχική».
Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, που μιλούν για έρωτα. Υπάρχουν επίσης πολλοί, που προσπαθούν να τον βρουν. Ο έρωτας είναι αναμφισβήτητα κάτι που αξίζει να το αποζητούμε. Πολύ σπάνια βρίσκουμε όμως ανθρώπους που μας δίνουν να καταλάβουμε με ή χωρίς λόγια πως έχουν βρει τον έρωτα. Για τους πιο πολλούς ανθρώπους, πάντως για τους περισσότερους απ’ αυτούς που ζουν τριγύρω μας, ο έρωτας είναι και παραμένει λαχτάρα, σκέψη και όνειρο. Ο έρωτας, που ονειρεύεται και σκέφτεται όμως κανείς, μπορεί να γεμίσει τη ζωή όπως και ο έρωτας που τον ζει. Τα όνειρα και οι σκέψεις για τον έρωτα μπορούν να αντικαταστήσουν τον πραγματικό έρωτα. Οι άνθρωποι όμως που στην καθημερινή δουλειά τους, στον περίπατό τους και πριν αποκοιμηθούν, τυλίγονται με φανταστικές ερωτικές περιπέτειες, με όνειρα για πόθους, ηδονή και ερωτική ευτυχία, ξέρουν κατά κανόνα πως αυτό δεν είναι ο πραγματικός έρωτας.
Ρολφ Γκρίγκατ * «Κατανόηση για τους νέους»
Εκδόσεις «Νότος», Αθήνα 1978, σελ. 133-134 (μετάφραση: Κ. Λιάπτση)
*Ο συγγραφέας είναι μεν ψυχολόγος, αλλά η τοποθέτησή του άπτεται μιας φιλοσοφικής προσέγγισης του θέματος.
Εισαγωγικά και επιμέλεια κειμένων:
Ευθύμιος Τζατζάς, συνταξιούχος φιλόλογος